- Ὠγυγίᾳ
- Ὠγυγίᾱͅ , ὨγύγιοςOgygianfem dat sg (attic doric aeolic)Ὠγυγίαι , ὨγυγίαOgygiafem nom/voc plὨγυγίᾱͅ , ὨγυγίαOgygiafem dat sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ὠγυγία — Ὠγυγίᾱ , Ὠγύγιος Ogygian fem nom/voc/acc dual Ὠγυγίᾱ , Ὠγύγιος Ogygian fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Ὠγυγίᾱ , Ὠγυγία Ogygia fem nom/voc/acc dual Ὠγυγίᾱ , Ὠγυγία Ogygia fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγυγία — ὠγυγίᾱ , Ὠγύγιος Ogygian fem nom/voc/acc dual ὠγυγίᾱ , Ὠγύγιος Ogygian fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγυγίᾳ — ὠγυγίᾱͅ , Ὠγύγιος Ogygian fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ωγυγία — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Αμφίονα και της Νιόβης· την σκότωσε η Άρτεμη. II Το νησί της Καλυψούς που αναφέρεται στην Οδύσσεια και το οποίο βρισκόταν σε απόσταση 18 ημερών από το νησί των Φαιάκων. Επίσης, Ω. ήταν η αρχαιότατη ονομασία της… … Dictionary of Greek
Ὠγύγια — Ὠγύγιος Ogygian neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγύγια — Ὠγύγιος Ogygian neut nom/voc/acc pl Ὠγύγιος Ogygian neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὠγυγίας — Ὠγυγίᾱς , Ὠγύγιος Ogygian fem acc pl Ὠγυγίᾱς , Ὠγύγιος Ogygian fem gen sg (attic doric aeolic) Ὠγυγίᾱς , Ὠγυγία Ogygia fem acc pl Ὠγυγίᾱς , Ὠγυγία Ogygia fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὠγυγίαν — Ὠγυγίᾱν , Ὠγύγιος Ogygian fem acc sg (attic doric aeolic) Ὠγυγίᾱν , Ὠγυγία Ogygia fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγυγίας — ὠγυγίᾱς , Ὠγύγιος Ogygian fem acc pl ὠγυγίᾱς , Ὠγύγιος Ogygian fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὠγυγίαν — ὠγυγίᾱν , Ὠγύγιος Ogygian fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)